Ο Νίκος Παπαθανάσης, Αναπληρωτής Υπουργός Ανάπτυξης και Επενδύσεων, με άρθρο του στην εφημερίδα ΤΟ ΒΗΜΑ στις 24/10/2021 αναφέρει:
«Τρεις νόμοι για τη νέα εποχή των επενδύσεων»
Η χώρα κινείται σε αναπτυξιακή τροχιά, κάτι που διαφαίνεται στο προσχέδιο του προϋπολογισμού που κατατέθηκε πριν από λίγες ημέρες στη Βουλή ενώ είναι καταφανές τόσο στο εσωτερικό όσο και το εξωτερικό.
Η θετική εικόνα της ελληνικής οικονομίας αντανακλάται με απόλυτη σαφήνεια και στον τρόπο με τον οποίο θεσμικοί επενδυτές και ξένοι οίκοι εκφράζουν την εμπιστοσύνη τους σε αυτήν. Το τελευταίο διάστημα αναβαθμίζεται διαρκώς η πιστοληπτική ικανότητα της χώρας ενώ η πρόσφατη, ταυτόχρονη, έκδοση ενός πενταετούς ομολόγου με σχεδόν μηδενικό επιτόκιο και ενός τριακονταετούς με επιτόκιο μικρότερο του 1,7%, σηματοδοτεί αυτό που επιδιώκαμε από την αρχή της διακυβέρνησης.
Όπως παρατηρεί κανείς και από τις παραδοχές του προσχεδίου προϋπολογισμού για το 2022, η πορεία της ελληνικής οικονομίας θα εξακολουθήσει να επηρεάζεται από την πανδημία. Παρ’ όλα αυτά, ο ρυθμός ανάπτυξης για το 2021 αναθεωρείται στο 6,1% από το 3,6%, κάτι που σημαίνει ότι η οικονομία μας έχει ήδη καλύψει περισσότερο από τα 2/3 που απώλεσε το 2020 και μάλιστα μέσα σε ένα έτος όπου κατά το α’ εξάμηνο ίσχυαν αυστηρά περιοριστικά μέτρα ως προς τη λειτουργία της αγοράς και της πραγματικής οικονομίας.
Ο στόχος είναι ένας: Να αλλάξουμε την Ελλάδα χτίζοντας με σχέδιο και σκληρή δουλειά την οικονομία της νέας εποχής, οικοδομώντας ένα εξαιρετικά φιλικό προς τις επενδύσεις και την επιχειρηματικότητα περιβάλλον. Αξιοποιούμε δε στο έπακρο τις νέες τεχνολογίες με σκοπό τη δημιουργία νέων και καλύτερα αμειβόμενων θέσεων εργασίας αλλά και την αξιοποίηση του υψηλότατου επιπέδου εκπαίδευσης των νέων ανθρώπων.
Προχωρήσαμε και συνεχίζουμε απρόσκοπτα την απλοποίηση των διαδικασιών αδειοδότησης και εποπτείας για πλήθος δραστηριοτήτων και επισπεύσαμε τις διαδικασίες αξιολόγησης και ελέγχου των επενδυτικών σχεδίων που υπάγονται στον Αναπτυξιακό Νόμο.
Στην ίδια κατεύθυνση κινούνται και τα τρία σχέδια νόμου του υπουργείου Ανάπτυξης και Επενδύσεων: Το πρώτο, κατά κύριο λόγο, αφορά στις στρατηγικές επενδύσεις και την επιτάχυνση των διαδικασιών, το δεύτερο αφορά στον Νέο Αναπτυξιακό Νόμο και συγκεκριμένα τα 12 Θεματικά Καθεστώτα. Και το τρίτο αφορά στο Σχέδιο Δίκαιης Αναπτυξιακής Μετάβασης (ΣΔΑΜ), την απολιγνιτοποίηση και τη στήριξη των περιοχών μετάβασης, καθώς έχουμε δεσμευθεί για το κλείσιμο όλων των λιγνιτικών μονάδων της χώρας, το αργότερο έως το 2028.
Ως προς το πρώτο, «Στρατηγικές επενδύσεις και βελτίωση του επενδυτικού περιβάλλοντος μέσω της επιτάχυνσης διαδικασιών στις ιδιωτικές και στρατηγικές επενδύσεις», σημειώνεται ότι ο στόχος είναι διπλός. Επιδιώκεται αφενός η βελτίωση του επενδυτικού περιβάλλοντος μέσω της επιτάχυνσης και της ευελιξίας των διαδικασιών κι αφετέρου η ασφάλεια δικαίου προς τους υποψήφιους στρατηγικούς επενδυτές μέσω της δημιουργίας ενός ενιαίου θεσμικού πλαισίου χωρίς συγχύσεις και αλληλοεπικαλύψεις.
Με τον Νέο Αναπτυξιακό Νόμο, που θα αποτυπώνει τους νέους στόχους για την ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας, εισάγουμε 12 σύγχρονα θεματικά καθεστώτα ενίσχυσης που σχετίζονται με την πράσινη μετάβαση, τον ψηφιακό μετασχηματισμό, την έρευνα και την καινοτομία, την αγροδιατροφή και τις εναλλακτικές μορφές τουρισμού. Ένας από τους βασικούς πυλώνες του νέου, στοχευμένου Αναπτυξιακού Νόμου που καταρτίζουμε είναι ο ψηφιακός μετασχηματισμός των επιχειρήσεων και η ενσωμάτωση του στις δράσεις που αφορούν το up-skilling και re-skilling του ανθρώπινου δυναμικού, σύμφωνα με τις επιταγές της 4ης βιομηχανικής επανάστασης.
Όσον αφορά στο Νομοσχέδιο για τη “Δίκαιη Αναπτυξιακή Μετάβαση, Θέματα Απολιγνιτοποίησης και Άλλες Ρυθμίσεις”, εισάγονται ρυθμίσεις σχετικές με την υλοποίηση του Σχεδίου Δίκαιης Αναπτυξιακής Μετάβασης που αγγίζουν πέντε Περιφέρειες της χώρας. Με το Νομοσχέδιο αντιμετωπίζονται οι συνέπειες, σε οικονομικό και κοινωνικό επίπεδο, αυτής της μετάβασης σε περιοχές εξόρυξης λιγνίτη αλλά και σε νησιά που καλύπτουν τις ανάγκες τους από αυτόνομους σταθμούς ηλεκτροπαραγωγής.
Η Ελλάδα αλλάζει επίπεδο. Ως μια σύγχρονη ευρωπαϊκή χώρα συστρατεύεται με τις υπόλοιπες, από κάθε άποψη, αλλάζει το παραγωγικό της μοντέλο, προσελκύει επενδύσεις και διευκολύνει τις επιχειρηματικές δραστηριότητες, χτίζει το μέλλον των επόμενων γενεών.