Skip to main content

“Το Αναπτυξιακό Πρόγραμμα Δημοσίων Επενδύσεων αποτελεί μια πραγματική μεταρρύθμιση, που έρχεται να ενισχύσει την αναπτυξιακή πολιτική, που υλοποιεί η κυβέρνηση του Κυριάκου Μητσοτάκη”, αναφέρει χαρακτηριστικά στο άρθρο του, ο Αναπληρωτής Υπουργός Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών κ. Νίκος Παπαθανάσης, που παρέθεσε στην εφημερίδα «Παραπολιτικά».

Ακολουθεί ολόκληρο το άρθρο:

Το Αναπτυξιακό Πρόγραμμα Δημοσίων Επενδύσεων, που υπερψηφίστηκε πριν από λίγες ώρες από την Ολομέλεια της Βουλής, αποτελεί μια πραγματική μεταρρύθμιση που έρχεται να ενισχύσει την αναπτυξιακή πολιτική, στο πλαίσιο του μακρόπνοου πολυεπίπεδου μετασχηματισμού της χώρας που υλοποιεί η Κυβέρνηση του Κυριάκου Μητσοτάκη. 

Με τον νέο νόμο, ψηφίστηκε συμπληρωματικός προϋπολογισμός για τις δημόσιες επενδύσεις, ύψους 900 εκατ. ευρώ για το 2024, αυξάνοντας περαιτέρω το μεγαλύτερο Π.Δ.Ε. των τελευταίων 14 ετών- αρχικού ύψους 12,2 δις. ευρώ- στα 13,1 δις. ευρώ. Με την ετήσια περαιτέρω αύξηση των αντίστοιχων πόρων να προβλέπεται μεταξύ 10%-17% για την επόμενη διετία.  

Τα κονδύλια αυτά πρόκειται να συμβάλλουν αποφασιστικά στην επίτευξη του εθνικού στόχου για διπλή σύγκλιση, τόσο προς την υπόλοιπη Ευρώπη σε επίπεδο εισοδημάτων, όσο και μεταξύ των Περιφερειών της χώρας στην κατεύθυνση μιας ισοσκελούς ανθεκτικής ανάπτυξης με κοινωνική συνοχή.    

Στην κατεύθυνση αυτή, και σε συνέχεια των μετρήσιμων αποτελεσμάτων της οικονομικής πολιτικής μας από το 2019, το Αναπτυξιακό Πρόγραμμα Δημοσίων Επενδύσεων – που να υπογραμμίσω, αποτελεί αποτέλεσμα πολύμηνης διαβούλευσης- θεσμοθετεί ένα αυτοτελές και συνεκτικό πλαίσιο παρεμβάσεων. Oι οποίες, ως θεσμική  και ουσιαστική «ομπρέλα», μέσα από το τρίπτυχο ταχύτητα, αποτελεσματικότητα, διαφάνεια, έρχονται αφενός να καλύψουν ένα τεράστιο θεσμικό και ουσιαστικό κενό δεκαετιών- θυμίζω ότι ο πρώτος νόμος για το ΠΔΕ ανάγεται στο 1952. Αφετέρου, να εξασφαλίσουν τον καλύτερο προγραμματισμό των έργων, τη μείωση της γραφειοκρατίας, την επιτάχυνση των επενδύσεων και κατ΄ επέκταση την ταχύτερη και αποτελεσματικότερη απορρόφηση μέχρι και του τελευταίου ευρώ που έχουμε στη διάθεσή μας, όπως επιβάλλουν οι πραγματικές σημερινές επιτακτικές ανάγκες της οικονομίας και της κοινωνίας, κυρίως όμως, οι μεγάλες και πρωτόγνωρες προκλήσεις του αύριο. 

Ο όρος κλειδί αυτού το νέου πλαισίου είναι η «αποτύπωση των πραγματικών αναγκών», όρος εξαιρετικά σημαντικός σε σχέση με το νέο μεσοπρόθεσμο δημοσιονομικό πρόγραμμα, κυρίως για τις δαπάνες του κράτους, που θα ισχύσει σε ολόκληρη την Ένωση. 

Μέσα από την εφαρμογή του νέου νόμου, θα μπορούμε να προγραμματίσουμε, επί πραγματικών δεδομένων, τις μακροχρόνιες υποχρεώσεις μας, με ορίζοντα 10ετίας και 20ετίας, άρα σε βάθος που ξεπερνά κατά πολύ έναν εκλογικό κύκλο. 

Επιπλέον, μέσα από τη σύσταση σχετικού μητρώου, θα μπορούμε, για πρώτη φορά, να αποτυπώσουμε ποσοτικά και ποιοτικά, τις ανάγκες συντήρησης, λειτουργίας και υποστήριξης κάθε έργου, σε ολόκληρη την Επικράτεια, το εκτιμώμενο κόστος αυτής της συντήρησης, τον αρμόδιο φορέα και την πηγή χρηματοδότησης της συντήρησης και πολλά ακόμα. Μάλιστα, μέσα από ψηφιακή παρακολούθηση, καθ΄ όλη τη διάρκεια της ζωής κάθε έργου.   

Παράλληλα, το νέο πλαίσιο δίνει τη δυνατότητα απλοποίησης και ενοποίησης των διαδικασιών διαχείρισης της χρηματοδότησης των έργων, των διαδικασιών εκκαθάρισης ανενεργών έργων, αλλά και αυτών που σχετίζονται με την ένταξη ώριμων έργων σε συχρηματοδοτούμενα προγράμματα. Ιδιαίτερη σημασία αποκτά και το νέο καθεστώς χρηματοδότησης έργων που σχετίζονται με φυσικές καταστροφές και την κλιματική κρίση, μέσα από τη δημιουργία ειδικού λογαριασμού στην Τράπεζα της Ελλάδος και στο eΠΔΕ. 

Με το νέο ΠΔΕ, ο αναπτυξιακός προγραμματισμός της χώρας αποκτά καθαρό ορίζοντα, για ακόμα μεγαλύτερη στήριξη των επενδύσεων και της επιχειρηματικότητας, για ακόμα περισσότερα έργα που αφορούν τους πολλούς. Για μια Ελλάδα που θα μετατρέπει τη συλλογική ανάπτυξη σε ατομική προκοπή, με ακόμα περισσότερες και καλύτερα αμειβόμενες θέσεις εργασίας για όλους, πρωτίστως για τις νέες και τους νέους, που θα μπορούν, επιτέλους, να μένουν, να δημιουργούν, να επενδύουν και να ελπίζουν, στον τόπο τους.